Αβάφτιστο και άτονο 1

1.

Το τεραστιο λεπιδοπτερο ονμαζομενο ως "νταβανι" στην τοπικη διαλεκτο, απογειωθηκε μεσα απο τα ψηλα χορταρια που ειχε παρει τον μεσημεριανο του υπνακο. Αρχισε να πετα αναμεσα απο τις πολυαριθμες κορυφες των αγριοχορτων, να περνα με δεξιοτεχνια μεσα απο τις αγριοτριανταφυλιες και που και που να αποφευγει τους τεραστιους κορμους των ελαιοδεντρων. Τα νταβανια αν και μοιαζουν με μυγες, δεν εχουν καμια σχεση με αυτες. Ειναι πολυ πιο μεγαλα με αεροδυναμικη γραμμη, σκληρα χαρακτηριστικα, με ασημι χρωμα που γυαλιζει στον ηλιο. Τα νταβανια ειναι η απολυτη εξελιξη της μυγας, ειναι πιο γρηγορα με τρομαχτικη οψη και παρολο που δεν τα ν9ιωθεις οτν προσγειωθουν στο ορμι σου, το δαγκωμα τους ποναει. Τελοσπαντων το συγκκριμενο εντομοπολεμικο περασε μεσα α[πο τον ελαιωνα και αρχισε να ανεβαινει την πλαγια. Εκει, καμια εβδομηνταρια μετρα πιο ψηλα βρισκοταν ο ασφαλτοδρομος. Εκει που βρισκοναν τα τεραστια ορθογωνια κινουμενα που ειχαν φαει νταβανια και νταβανια. Προς τα εκει πηγαινε το θαραλεο εντομο. Ανεβηκε στο επιπεδο του δρομου πετωντας κατα μηκος της γκριζας γραμμης του. Ξαφνικα ενας λαιμός ηρθε και το συναντησε, σε μια συναντηση μοιραια.
- Ααααααααααααα........
Φωναξε το στομα που βρισκοταν λιγο πιο πανω απο το λαιμο.
- Γαμω την ........
Σταματησε το παλιο διτροχο που οδηγουσε. Κατεβηκε και επιασε το λαιμο του.
- Τι ηταν αυτο το τερας που χτυπησα;
Σκεφτηκε, και την ιδια στιγμη η θεα απο το μερος που  ειχε σταματησει του ειχε απορροφησει καθε ειδουε πονο και προσοχη.
Απο κατω απλωνονταν οι ελαιωνες μεχρι που το κυμα τους εκοβε την φορα και το γαλαζιο αναμιγνυετω με τους λευκο των αφρων των κυματων καταληγωντας στον οριζοντα σε ενα βαθυ μπλε που καμια παλεττα  δεν καταφερε να δημιουργησει. Τα ελαιοδεντρα δεν βρισκονταν σε οποιονδηποτε ελαιωνα. Δεν ηταν οποιεσδηποτε συνηθισμενες ελιες. Ηταν βαθια ριζωμενες σε αυτην την παναρχαια γη. Ειχαν γραπωθει τοσο δυνατα απο το αφρωδες χωμα που με τα χρονια εγιναν πετρα. Πετρωσαν σαν τα βραχια που κρεμονταν απο το λοφο. Δεκαδες ψυχεδελικα αγαλματα ειχαν πετρωσει στα χωραφια αυτα, με απλωμενες τις ριζες τους τοσο βαθια που ειχαν δημιουργησει ενα αδιαπεραστο υπογειο πλεκτο. Ηταν σαν ολοκληρη η γη να ειχε γραπωθει απο αυτο το μικρο κομματι της. Ο εκμηχανοποιημενος καβαλαρης κατεβηκε απο το διτροχο του, και κοιτουσε με περιεργεια τον ελαιωνα που βρισκοταν απο κατω του, κρατωντας τον ερεθισμενο απο το χτυπημα λαιμο του.
- Πρεπει να εφτασα.
Σκεφτηκε.
 Κοιταξε γυρω του, ειδε το δρομο να χανεται σε μια στροφη, ειδε το βουνο σχεδον να αιωρειτε απο πανω του και το μικρο χωριο της Μαρραχης να προσπαθει με νυχια και με δοντια τοσους αιωνες να γραπωθει και να κρατηθει στην πλαγια για να μην γλιστρησει. Στην στροφη μπροστα του στο χειλος του γκεμου βρισκοταν ενας μπετονενιος κυβος με χαραγμενα πανω του γραμματα με πολυ ατσαλο τροπο.
" Ανθρωπε μολις γεννηθεις, παιρνεις τον δρομο της επιστροφης
  ακου, και πιστεψε το.
  Ειν' νομος που ψηφιστηκε που το καιρο που ο κοσμος κτιστηκε
 και δεν υπαρχει βετο".
Ενα μικρο ζεστο χαμογελο ζωγραφιστηκε στα χειλη του.
- Τα καταφερα.
Σκεφτηκε. Εσπρωξε το σκονισμενο βασανισμενο διτροχο σε μια ακρη οπου ξεκινουσε ενας χωματοδρομος που τον ειχαν σκεπασει πυκνοι θαμνοι. Αρχισε να το τσουλαει σιγα σιγα στην αρχη και αφου ειχε αναπτυξει ταχυτητα με μια δυνατη σπρωξια το ηρωικο μηχανημα κατεληξε στις πυκνες αγριοτριανταφυλιες που εζωναν τον δρομο. Ο πρωην καβαλαρης εβαλε το μικρο κοκκινο σακκιδιο του στην πλατη και μαζι ξεκινησαν να κατηφοριζουν τον δρομο μετα την σροφη. Ο δρομος απο τον παλιο ελαιωνα στην παραλια,  που τοσα χρονια αναζητουσε, δεν ηταν μεγαλος. Κατηφοριζε αποτομα στα 500 μετρα εστριβε αποτομα 270 μοιρες και ξαναστριβε και ξανασριβε και ξαναστριβε μεχρι που στην τελευταια στροφη βρισκοσουν σε μηδενικο υψομετρο μπροστα σε μια τεραστια ευθεια διαδρομη να περιμενει να δεχτει τα χναρια σου.


Διαδρομη
Η εκκινηση απο σημειο Α ή Χ ή Ψ ή ακομα και Ζ αν ερχεσε απο ψηλα, με σκοπο τον προορισμο στο σημειο Β.
Α Β
Υπαρχουν πολλων τυπων διαδρομες, ευθειες διαδρομες, με στροφες, ανηφορικες, κατηφορικες, μεγαλες διαδρομες, διαδρομες που κανεις δεν εχει φανταστει, διαδρομες που χαθηκαν πολλοι διαδρομες που τα παρατησαν πολλοι. Διαδρομες ζωης, διαδρομες προς την ζωη και διαδρομες προς τον θανατο, διαδρομες που δε σε βγαζουν πουθενα και διαδρομες που σε βγαζουν σε μερη μαγικα. Καθε διαδρομη ειναι απο μονη της μια ζωη. Εχει ανηφορες, κατηφορες, σημεια με θεα, σημεια ξεκουρασης, λουλουδια και σαπισμενα φυλλα, ηλιο και βροχη. Καθε ζωη εχει και τελος. Καθε φορα που φτανεις στο σημειο Β μια μκρη ζωη τελειωνει. Το τελος καθε διαδρομης ειναι ενας μικρος θανατος, το τελος καθε σου ενεργειας ειναι ενας μικρος θανατος. Ο θανατος ειναι η τελευταια σου ατελης ενεργεια.
2.
Μικρα, μικρα, μικρα σταγονιδια θαλασσινου νερου που ο αερας τσακισε στα κοφτερα βραχια, κατεληξαν στο προσωπο του Κας και αμεσως εξαφανιστηκαν απο την αχορταγη πεινα του ηλιου, αφηνοντας μονο μικρα σημαδια αλατιου στο δερμα. Ειχε σχεδον καλυψει την  μιση αποσταση της μεγαλης ευθειας και πλησιαζε ολο και περισσοτερο στο μεγαλο βραχο στο τελος της και στην παραλια που αναζητουσε. Ο ηλιος ολο και πιο πολυ δυναμωνε. Ο αιωνιος εχθρος του ταξιδιωτη κατα την διαδρομη του αλλα και ο καλυτερος του φιλος οταν μετατρεπει το πρωινο κρυο σε γλυκια ανακουφιση, ειχε βαλθει να σταματησει οποιο επιδοξο ταξιδιωτη προσπαθουσε να περασει την μεγαλη ευθεια για να φτασει στο βραχο και να ανακαλυψει τα μυστικα που κρυβονταν πισω απο αυτον. Τιποτα ομως δεν πτοουσε τον Κας απο τον στοχο του. Μαζεψε οση υπομονη και δυναμη ειχε, το βημα του εγινε πιο ταχυ και ο πριν μιση ωρα μικρος στον οριζοντα βραχος, αρχισε να μεγαλωνει, να γιγαντωνει και τα σκαλια που ειχαν λαξευτει πανω απο τα χιλιαδες χναρια που τον περασαν αρχισαν να αχνοφενονται σαν παραισθησεις μεσα στην αυγουστιακη ζεστη. Στα αριστερα του απλωνονταν σκονισμενοι ελαιωνες με μεγαλες στρουμπουλες ελιες, που εκανα το δεντρο να υποφερει απο το περισσιο βαρος, περιμενωντας το φθινωπορο και τον αιωνιο κυκλο της ζωης να τις ξαλαφρωσει. Σιγα σιγα, κοιτωντας πιο ψηλα, την θεση των ελαιοδεντρων αρχισαν να κλεβουν φτερες πευκα και αγριοτριανταφυλιες μεχρι τους προποδες του βουνου, που αποτομα ξεπεταγοταν μεσα απο το τοπιο και υψωνοταν προς τα πανω, ικανο να φιλοξενησει απο λεπτεπιλεπτες και ντελικατες οξιες μεχρι γερικα ζαρωμενα γιγαντια πλατανια. Στα δεξια του κοφτερα βραχια αρχισαν να λιγοστευουν και να αφηνουν να κανει την εμφανιση της η αμμος.
Περιεργο, το ποσο ωραια συμπεριφερεται η θαλασσα στην αμμο, την χαιδευει και την ταξιδευει, αλλωτε παιρνωντας την στην αιωνια ηρεμια του βυθου της και αλλοτε εναποθετωντας την σε αλλες ακτες, αλλοι εραστες ειναι ετοιμοι να αποδεχτουν το βαρος της. Περιεργο το ποσο βιαια συμπεριφερεται στα βραχια ή σε οτι προσπαθησει να μπει να μπει εμποδιο στην θεληση της. Ο Κας ενω ειχε αρχισει να συλλογιζετε την αλλοπροσαλλη διπρωσοπια της θαλασσας ειχε ηδη αρχισει να ανεβαινει τα σκαλια στο βραχο που λιγη ωρα πριν φανταζε τοσο μακρια. Ανεβαινε πολυ γρηγορα δυο δυο τα σκαλια μεχρι που εφτασε μεχδρι την κορφη του βραχου. Με μεγαλη απογοητευση καταλαβε οτι η παραλια που αναζητουσε δεν ηταν αυτο που φανταζοταν αλλα το τοπιο που αντικρισε ηταν πολυ μακρια απο τις καρτποσταλικες του φανασιωσεις του, με φοινικες, ηλιοκαμενα γυμνοστηθα κοριτσια και αβαθη γαλαζοπρασινα νερα ως που φτανει το ανθρωπινο ματι. Αμεσως ξεχωρισε τρια χρωματα να δεσποζουν στο τοπιο. Το μπλε της θαλασσας, το κιτρινο της αμμου και το πρασινο των βατων.

 Μια ευτηχης συναντηση
Στα τεσσερα του ειχε κανει την μεγαλυτερη ανακαλυψη, την ανακαλυψη των ανακαλυψεων. Κατι που τον εεκανε να τρεξει στην μανα του να περηφανευτει. Αναμιγνυωντας νερομπογιες μοια μερα, καταλαθος επεσαν μερικες σταγονες μπλε βαθυ χρωμα στο κιτρινο. Πρασινες βουλες εμφανιστηκαν στην κιτρινη μπογια αφηνοντας τον εκπληκτο απ' την παραξενη εξελιξη που ειχε παρει η μερα του. Δεν χρειαστηκε πολλης χρονος ωσυτε να δημιουργηθουν λιτρα πρασινης μπογιας, διαφορετικων αποχρωσεων και τονισμων φτιαγμενη με κοπο και πειραματισμο.


3.

Χαραγμενη στους λαβυρινθους του εγκεφαλου του αυτη η μεγαλη μερα, αντικριζοντας τα τρια κυριαρχα χρωματα, βρικε τον δρομο της και επανηλθε στην προσωρινη του μνημη στο προσθιο μερος του κεφαλιου του. Συντομα επανηλθε στην πραγματικοτητα απο  τις κινησεις των κατοικων της παραλιας. Τους παρατηρησε λιγο απο την κορυφη του βραχου, καταλαβε οτι κανεις δεν του εδωσε καμικα σημασια και αρχισε να κατεβαινει τα σκαλια απ' την αλλη μερια του βραχου, την μυστικη πλευρα του. Στο τελευταιο σκαλι, σταματησε, εβγαλε τα παπουτσια του και πατησε με γυμνα ποδια στην αμμο. Αμεσως οι πατουσες του εγιναν δεκτες μιας προτογνωρης ενεργειας για το κορμι του. Το σωμα του ηταν καλος αγωγος της ενεργειας αυτης. Περασε απο τις πατουσες του, περασε μεσα απο το στενο τουνελ των κοκκαλων του, με ταχυτητα βγαλμενη απο ενα παραλληλο συμπαν, οπου ο χρονος και ο χωρος εχουν διασταλει και διαστρεβλωθει μακρια απο τους ατσαλενιους νομους της φυσικης. Περασε μεσα απο το μοιριαιο οστο, την λεκανη, την ενιωσε στα σωθικα του, στο στερνο του, εκανε την καρδια του να χτυπα πιο σταθερα και με σιγουρια, σαν καλοκουρδισμενο ρολοι, το συκωτι του αρχισε να εκκρινει περιεργες ουσιες, περασε μεσα α[πο την σπονδυλικη του στηλη και απο το σβερκο του και κατεληξε στον εγκεφαλο του, σε ενα παρτυ αισθυσεων που καθε χημικος, φυσικος ή ψυχολογος θα ηθελε να παραστει, χωρις ομως να τα καταφερει.

Χημικοι, φυσικοι, ψυχολογοι*
Ουτε προκειτε ποτε να καταφερουν να μπουν σε ενα τετοιο παρτυ. Το κεφαλι τους εχει εμποτιστει τοσο πολυ με επιστημη και γνωση που εχει διαρρευσει και σφαιτεριστικα εκδιωξη την ηδη υπαρχουσα πρωταρχικη αυθορμητη στο d.n.a γνωση. Για να ειμε πιο ξεκαθαρος και επιδιχτικα μνησικακος, ας μιλησουμε συγκεκριμενα για τους ψυχολογους και ας αφησουμε τα προσχηματα προς την επιστημη. Το αποστειρωμενο τους περιβαλλον και η επικτητη  γνωση που τους δινεται, δημιουργει ενα αμαλγαμα ευτηχισμενου ανθρωπου και μιας σκουριασμενης αλυσιδας οπου ο καθε κρικος, η καθε πτυχη της ζωης, προδιδει τον επομενο μεταφεροντας την σκουρια στην ετσι και αλιως προδιαγεγραμμενη τους πορεια.

* Μην απορειτε και μην πολυσκεφτεστε τι εννοω με την αστρικη τελευταια παραγραφο. Γραφτηκε υπο την επιρροια μεγαλης ποσοτητας αλκοολ και πολλων γραμμαριων κανναβης. Ακομα και εγω οταν το ξαναδιαβασα την επομενη μερα δεν καταλαβα τι ακριβως ηθελα να πω και ακομα απορω και προσπαθω να την αποδικοποιησω. Ισως και να μην εχει κανενα νοημα, ισως και να κρυβει αληθειες. Δεν ξερω. Δεν θελω να πατησω ενα κουμπι και να την διαγραψω γιατι το συνηδητο μου δεν  μου επιτρεπει να την καταλαβω. Ετσι κι αλλιως την βραδια της συγγτραφης της το ειχα καταστρεψει με ουσιες αφηνοντας μονο χωρο στο υποσεινηδητο. Νομιζω αυτο ειναι και το νοημα της παραγραφου, να ελευθερωσεις το μυαλο σου απο της αλυσιδες τις λογικης και να αφησεις τον εγκεφαλο σου σε αμεση συνεργασια με τον καρπο σου και την πεννα σου και ας γραφτουν ασυναρτησιες. Μονο και μονο που πηγαζουν απο μεσα σου εχουν μια απολυτη ειλικρινια που κανει την καλυτερη πεννα να υστερει συναισθηματος. Και ας παν να γαμηθουν οι ορθογραφοσυνταξιολαγνοι.

Η ενεργεια που τον ειχε συνταραξει

Το σοκ που υπεστη τον εθεσε σε ακινησια, κοιτουσε τα ποδια του καθως ριγη τσουναμι διαπερνουσαν το κορμι του. Η ενεργεια που τον ειχε συνταραξει εκανε τις τριχες του να να σηκωθουν κοιτωντας τον ηλιο, τα χειλη του να σουφρωσουν και παραληλλες ζαρες εμφανιστηκαν σε αυτα ενω μικρες βελονες τον τσιμουσαν ελαφρα στην πλατη. Το συναισθημα αυτο, το ανεξηγητο, το ακατονομαστο κατι του ειχε αλλαξει για παντα μεσα του. Ενας διακοπτης ειχε ανοιξει απο την στιγμη που αφησε την πρωτη του πατημασια στην αμμο και ο διακοπτης χαλασε για παντα, καταδικασμενος να μεινει ανοιχτος αιωνια. Οσοι προσπαθησαν να τον κλεισουν τρελλαθηκαν, οσοι προσπαθησαν να τον αγνοησουν ξεχασανε τον ιδιο τους τον εαυτο, οσοι τον λατρεψαν φτιαξανε κουκουλια απο μεταξι και απο μεσα βγηκαν ασχημες, αρρωστημενες, αχρωμες  πεταλουδες που σε μερικες ωρες πεθαναν. Κοιταξε γυρω του. Οι κατοικοι της παραλιας αφου τον περιεργαστηκαν για λιγο συεχισαν τις αργοσχολες εργασιες που επινοουσαν καθε μερα μεχρι να δυση ο ηλιος. Ενα κοριτσι ξεκινησε να ρχεται προς το μερος του. Αυτο τον ξυπνησε απο τον ληθαργο που ειχε πεσει στην πρωτη του επαφη με τον καινουργιο κοσμο που ανακαλυψε. Το κορμι του αμεσως τεθηκε σε επιφυλακη, το σωμα του με δικη του πρωτοβουλια αλλαζε συνεχως στασεις μεχρι να βρει την καταλληλη να αντιμετωπισει για πρωτη φορα αυτον τον καλοδεχουμενο εχθρο που ερχοταν προς το μερος του.
- Γεια σου, βλεπω τα καταφερες και μας βρηκες. Ειναι πολλοι που δεν τα καταφερνουν ποτε ειναι και αλλοι που δεν ξερουν καν οτι υπαρχουμε. Εσυ πως μας βρηκες; Ποιος σε οδηγησε εδω;

- Η αληθεια ειναι οτι εψαξα παρα πολυ και δυσκολευτηκα να τα καταφερω, αλλα τωρα που σας βρηκα θα προσπαθησω να φανω ανταξιος στην κοινωνια σας.

Ειπε ντροπαλα και με το που τελειωσε  την ολο υποσχεσεις μικρη ομιλια του, κοκκινισε σαν παντζαρι απο την ντροπη του.

- Πως σε λενε;

- Κας

- Κας, μην αγχωνεσε, σε κανενα δεν ανηκει η κοινωνια αυτη, απλα να εισε ο εαυτος σου και να μην δειλιασεις ουτε και να παρασυρθεις. Εγω αυτο μονο εχω να σε συμβουλεψω. Τραβα τωρα προς την αλλη μερια της παραλιας ειναι πιο ωραια, θα δεις.

Το μυστηριωδες κοριτσι περπατησε προς την θαλασσα, χωρις να πει αλλη κουβεντα και αρχισε τα παιχνιδια με τα κυματα, χωρις να του δωσει αλλη σημασια. Ψυχραιμος τωρα, με μεγαλυτερη αυτοπεποιθηση στο προσθιο μερος του εγκεφαλου του, κατατρομαγμενος στο πισω και με τεραστιο ενθουσιασμο στην καρδια τουξεκινησε προς την αλλη μερια της παραλιας. Η αμμος εκανε το περπατημα δυσκολο. περπατουσε κατα μηκος της ακτογραμμης με το κεφαλι στραμμενο προς του καινουργιους ανθρωπους που εμφανιζονταν μπροστα του. Ολοι βρισκονταν στο πανω μερος της παραλιας οπου οι πυκνοι ψηλοι θαμνοι προσφεραν ενα απο τα πολυτιμοτερα αγαθα της μικρης κοινωνιας τους, τον ισκιο. Πρωτα ειδε τον Μακ. Ο Μακ ζουσε για πολλα χρονια εκει. Ολοι τον ηξεραν με το ψευδονυμο ' ο ταχυδρομος '. Πραγματι ηταν ταχυδρομος στο παρελθον για μερικα χρονια. Ξυπνουσε το πρωι, επινε καφε, ετρωγε ενα υποτυπωδες πρωινο, ξεκινουσε με ενα παπακι για την δουλοεια του, καλημεριζε τους παντες αφου εφτανε, ξεχωριζε με προσοχη τα γραμματα και υπολογιζε την διαδρομη που θα ακολουθουσε ωστε η παραδοση να γινει οσο το δυνατο πιο γρηγορα και αφου τα εβαζε στην καταλληλη σειρα, προσθετε στην στιβη γραμματων τα δικα του που τυχαιναν ειδικης μεταχειρισης. Τα ανοιγε προσεχτικα με ενα μικρο μαχαιρακι, τοποθετουσε μεσα τα γραμμαρια πρεζας που του ειχαν παραγγειλει τα σφραγιζε και αρχιζε την διανομη του. Στο πρωτο σπιτι γραμμα απο τον πατερα που ειχε φυγει για δουλεια σε αλλη χωρα, στο δευυτερο η μηνιαια συνδρομη περιοδικου στον καλοπληρωτη, εναλλακτικο, καλομαθημενο φοιτητη στο τριτο σπιτι ενα μικρο πακετο, οχι σχετικα ελαφρυ, μεκαθαρογραμμενα μεγαλα γραμματα αποστολεα και παραληπτη και γραμματοσημα που τοποθετηθηκαν με τρομαχτικη ακριβεια, στο τεταρτο σπιτι λογαριασμος νερου με ενα μικρο φιξακι επισυναμμενο. Λες και η εταιρια νερου το εκανε δωρο στους πελατες της. Ετσι κυλουσαν οι μερες του τον καιρο εκεινο. Τωρα πλεον ειχε σταματησει να παιζει το ρολο του ταχυδρομου με τα οπιουχα γραμματα και ειχε καταληξει στο να κοιτα την παραλια και να περιμενει να βραδυασει.  Διπλα στον Μακ ειχε απο καιρο εγκατασταθει ο Αρης. Χρονια στην φυλακη και με το που αφεθηκε ελευθερος αποφασισε να; αφησει την παλια αντιδραστικη, αστατη ζωη του και να αφιερωθει στις μικρες ασημαντες για πολλους αλλα ζωτικης σημασιας για αυτον μικροασχολιες του. Ηταν σε ολη την παραλια γνωστος για την περιφημη παρανομη μαγηειρικη του και συγκεκριμενα για τις ξακουστες παρανομες μακαροναδες του αφου ολα του τα υλικα ηταν κλεμμενα απο παντωπολεια και μπαξεδες των διπλανων χωριων. Η καθημερινοτητα του περιοριζοταν στην πρωινη του βολτα στα γυρω χωρια για ψωνια και αφου ειχε διαγραψει την ολη την λιστα που το πρωι εφτιαχνε στο μυαλο του ξανακατηφοριζε προς την παραλια, μαγειρευε και φυλευε οσους τον πλησιαζαν. Το ψιλολιγνο παρουσιαστικο του, τα μακρια ισια μαλια του και το αφυσικα παντα γαληνιο προσωπο του σε συνδιασμο με τις πολλες ζωγραφιες απο την φυλακη στο δερμα του, του προσεδιδαν μια αρχηγικη οψη και παρα την ολη μοναχικη ζωη του, η θεση του στην παραλια ηταν πολυ σημαντικη για τους υπολοιπους. Καθως τα ποδια του βυθιζονταν στην αμμο και ξαναεβγαιναν στην επιφανεια της, Ο Κας κοιτουσε τον Αρη και ενιωσε δεος μπροστα στο παρουσιαστικο του. Δεν θεωρησε οτι επρεπε να τον φοβαται, δεν ειχε και τρομαχτικη οψη αλλωστε, απλως χαμηλωσε τα ματια του και προχωρησε χωρις να ξανακοιταξει προς το μερος του. Ισως να καθρεφτιστηκε μπροστα του ενα προτυπο του μελλοντος, ισως παλι να ηθελε να ηταν διακριτικος στις πρωτες του επαφες ματιων στο καινουργιο του σπιτι. Ηταν πολυ μικρος ακομα για να ξερει.


4.
Τον μικροκοσμο της παραλιας ειχε συνταραξει το καινουργιο γεγονος. Στην κλιμακα ενος μυρμηγκιου, μιας σφηκας, μιας ψειρας ενος κοκκου αμμου οι αλλαγες ηταν τρομαχτικες. Στην ανθρωπινη κλιμακα κατα το περπατημα ενος ανθρωπου ενα βημα δεν θεωρειτε σημαντικο, εκτος αν ειναι " ενα μικρο βημα για τον ανθρωπο". Περνωντας ομως στην μικρη κλιμακα, πρωτα το πελμα συνθλιβει και παραμεριζει την αμμο, δημιουργωντας μια τεραστια λακουβα, στην συνεχεια η πατουσα ερχεται και πλακωνει χιλιαδες κοκκους αμμου αλλαζοντας μια για παντα την πορεια της ασημης ζωης τους. Καθως σηκωνεται ολοκληρο το ποδι μικροσκοπικα αψυχα και εμψυχα οντα γινονται τροφη για τα παιχνιδια του ανεμου που τα μεταφερει σε μερη που ειναι καταδικασμενα, τα ξεθαβει απο την δροσια εκατοστα κατω απο την επιφανεια της αμμου και τα αφηνει να τα καψει ο ανηλεης ηλιος. Και ενω τρομαχτικες, κοσμογονικες αλλαγες λαμβαναν χωρα στην μικροκοινωνια, στην κοινωνια των τεραστιων πολυκυτταρικων οργανισμων κυριαρχουσε απολυτη σιγη. Η θαλασσα ειχε ηρεμησει και ο αερας ειχε κοπασει. Κυριαρχουσε μονο η εκκωφαντικη καψα του ηλιου και τα τρισεκατομμυρια των τζιτζικιων με το ασχημο τραγουδι τους. Δεν ξερω ποιο ηταν χειροτερο απο τα δυο. Η Νασντι χαιρετησε τον Κας. Σηκωσε το χερι οσο ποιο ψηλα μπορουσε ανοιξε την παλαμη τεντωσε τα δακτυλα και με ενα σχεδον στρατιωτικο χαιρετισμο κουνουσε την παλαμη της. Ο Κας της ενεψε ωτροπαλα με το κεφαλι.
''Φιλικη μου φενετεαι''
Σκεφτηκε
Η Νασντι κατειχε και οχι αδικως την θεση του ξωτικου. Αξια απογονος της γενιας των  παιδιων των λουλουδιων. Το μικροσκοπικο απο κοσμο του Τολκιν κορμι της ηταν καλλυμενο απο πολλων λογιων κομματιων ρουχου, καθε λογης υφασματος και χρωματισμου σε συνδυασμο με αμετρητα μπιχλιπμιδια, σουλαρικια, βραχιολια και ο,τι αλλο δημιουργησε η ανθρωπινη εφευρετικοτητα προς καλλοπισμο. Η ιδια μετα απο την κακη χρηση οπιουχων και παρεσθησιογονων ουσιων, πιστευε οτι η Ταιτινη Θεα των λουλουδιων ηταν η μητερα της οπου και την γεννησε σε ενα καλλειδοσκοπιο  που πειρατικα πλοια ειχαν ξεχασει τις παλιες καλες εποχες των εξερευνησεων σε τροπικα νησια του ειρηνικου. Ολοι την πιστευαν, ετσι κι αλλιως δεν τους επεφτε και λογος. Αφου τελειωσε την τελετη καλοσορισματος επεστρεψε στο καταφυγιο της που την προστατευε απο τον δυνατο ηλιο. Περιμενε και αυτη τη νυχτα για να ξετυπωσει απο το λαγουμοι της.